Φτάνω στο στούντιο των Spitfire… Είχα κανονίσει συνέντευξη μαζί τους και φανταστείτε την έκπληξή μου όταν βρήκα εκεί τον Αλέξανδρο Μπαλακάκη, τον πρώην τραγουδιστή του συγκροτήματος. Δεν υπήρχε περίπτωση να μην επωφεληθώ από αυτή την ευκαιρία και μετά το τέλος της πρόβας των παιδιών και της συνέντευξης των Spitfire, μίλησα μαζί του. Αλέξη, σου εύχομαι τα καλυτέρα σε ό,τι κάνεις και περιμένουμε να σε δούμε ζωντανά στη σκηνή σύντομα!
Ρώτησα τον Ηλία (σ.σ. Λογγινίδη) για σένα πριν… Μου είπε «Δεν έχει καμία σχέση με την πρώτη φορά που είχαμε συνεργαστεί. Η εποχή του Die Fighting ήταν μια συνειδητοποιημένη περίοδος τρέλας για όλη τη μπάντα. Η φάση «Αλέξης» για μένα είναι.. δεν θα τον χαρακτηρίσω "Ο καλύτερος συνεργάτης" γιατί μπορεί να παρεξηγηθούν κάποιοι… Θα πω απλά ότι είναι από τους καλύτερους συνεργάτες και αληθινός φίλος. Λογικός, χωρίς να το παίζει, χωρίς να νομίζει, σωστός στη συνεργασία του. Μακάρι να ήταν ακόμα μαζί μας αλλά μας χώρισε η ξενιτιά». Ρωτώ και εσένα τώρα, ποιος ο λόγος αποχώρησής σου από τους Spitfire;
Εγώ δεν έφυγα ποτέ από τους Spitfire! Από την Ελλάδα έφυγα γιατί, δυστυχώς, όπως πήγαινε η κατάσταση σκεφτόμουν ότι θα φτάναμε στην ανέχεια και αφού κατάφερα να βρω μια δουλειά στο Λονδίνο, πήραμε την απόφαση με την οικογένειά μου να φύγουμε. Δεν έφυγα για να γίνω Rock Star, έφυγα για να επιβιώσει η οικογένειά μου. Πήγα σε μια χώρα που έχει αξιοκρατία, σε μια χώρα που είναι κράτος, που οι άνθρωποι σέβονται τους νόμους και οι νόμοι τους ανθρώπους. Γι αυτό έφυγα. Οι Spitfire ήταν η ζωή μου, η οικογένειά μου, είμαστε μαζί από το 1993. Ήμουν 21 χρονών όταν μπήκα στη μπάντα, τώρα είμαι 41, με αυτούς κάνω παρέα ακόμα. Όταν πήγα το ΄93, το heavy metal ήταν σε πλήρη βύθιση. Εμείς ήμασταν η μόνη μπάντα που παίζαμε κάθε Σάββατο στο Little Wing και μπορούσαμε και μαζεύαμε 150-200 άτομα, τα οποία άκουγαν καθαρόαιμο heavy metal και hard rock. Παίζαμε τρίωρο σετ. Εμάς, παιδιά, που μας απαξίωσαν και μας είπαν ζόμπι και πεθαμένους, όταν παίζαμε στο Little Wing, ερχόντουσαν και μας άκουγαν σε ηλικία 15-16 ετών. Μέσα από εκεί και βλέποντας εμάς φτιαχτήκαν μπάντες. Όταν έφυγα λοιπόν από την Ελλάδα, οι Spitfire ήταν στα high τους με το “Die Fighting”, ετοιμαζόταν και το ντοκιμαντέρ του Ρήγα, είχαν όλες τις προοπτικές για live εμφανίσεις. Εγώ εκείνο τον καιρό δεν είχα την δυνατότητα να ταξιδεύω. Πριν φύγω με δική μου πρωτοβουλία βρήκα άτομα να δοκιμάσει η μπάντα ώστε να μην μείνει πίσω. Ο Τάσος ήταν από τις πρώτες μου επιλογές ατόμων για την μπάντα. Ήξερα πως ήταν πολύ καλός τραγουδιστής. Είχα αμφιβολίες για το αν θα μπορούσε να ανταπεξέλθει σε μια μπάντα σαν τους Spitfire. Όταν μπαίνεις σε μια μπάντα σαν τους Spitfire, δεν μπαίνεις σε μπάντα της γειτονιάς, μπαίνεις στην ιστορία του ελληνικού Heavy Metal. Μπαίνεις και δεν πρέπει μόνο ν’ αντέξεις, πρέπει να μπορείς να συνεργαστείς, να παράγεις. Οι Spitfire δεν ψάχνουν κάποιον να μπορεί να πει δέκα νότες. Θέλουν προσωπικότητα. Ο Τάσος έχει ωριμάσει, έχει παραδεχτεί κάποια λάθη και είναι προς τιμήν του. Μπήκα μέσα στη πρόβα, τον άκουσα να τραγουδάει. Το επίπεδό του είναι πολύ υψηλό φωνητικά. Είναι θέμα χρόνου η ενσωμάτωση στην οικογένεια των Spitfire. Mου θυμίζει πολύ τον εαυτό μου στην ηλικία του.
Εγώ δεν έφυγα ποτέ από τους Spitfire! Από την Ελλάδα έφυγα γιατί, δυστυχώς, όπως πήγαινε η κατάσταση σκεφτόμουν ότι θα φτάναμε στην ανέχεια και αφού κατάφερα να βρω μια δουλειά στο Λονδίνο, πήραμε την απόφαση με την οικογένειά μου να φύγουμε. Δεν έφυγα για να γίνω Rock Star, έφυγα για να επιβιώσει η οικογένειά μου. Πήγα σε μια χώρα που έχει αξιοκρατία, σε μια χώρα που είναι κράτος, που οι άνθρωποι σέβονται τους νόμους και οι νόμοι τους ανθρώπους. Γι αυτό έφυγα. Οι Spitfire ήταν η ζωή μου, η οικογένειά μου, είμαστε μαζί από το 1993. Ήμουν 21 χρονών όταν μπήκα στη μπάντα, τώρα είμαι 41, με αυτούς κάνω παρέα ακόμα. Όταν πήγα το ΄93, το heavy metal ήταν σε πλήρη βύθιση. Εμείς ήμασταν η μόνη μπάντα που παίζαμε κάθε Σάββατο στο Little Wing και μπορούσαμε και μαζεύαμε 150-200 άτομα, τα οποία άκουγαν καθαρόαιμο heavy metal και hard rock. Παίζαμε τρίωρο σετ. Εμάς, παιδιά, που μας απαξίωσαν και μας είπαν ζόμπι και πεθαμένους, όταν παίζαμε στο Little Wing, ερχόντουσαν και μας άκουγαν σε ηλικία 15-16 ετών. Μέσα από εκεί και βλέποντας εμάς φτιαχτήκαν μπάντες. Όταν έφυγα λοιπόν από την Ελλάδα, οι Spitfire ήταν στα high τους με το “Die Fighting”, ετοιμαζόταν και το ντοκιμαντέρ του Ρήγα, είχαν όλες τις προοπτικές για live εμφανίσεις. Εγώ εκείνο τον καιρό δεν είχα την δυνατότητα να ταξιδεύω. Πριν φύγω με δική μου πρωτοβουλία βρήκα άτομα να δοκιμάσει η μπάντα ώστε να μην μείνει πίσω. Ο Τάσος ήταν από τις πρώτες μου επιλογές ατόμων για την μπάντα. Ήξερα πως ήταν πολύ καλός τραγουδιστής. Είχα αμφιβολίες για το αν θα μπορούσε να ανταπεξέλθει σε μια μπάντα σαν τους Spitfire. Όταν μπαίνεις σε μια μπάντα σαν τους Spitfire, δεν μπαίνεις σε μπάντα της γειτονιάς, μπαίνεις στην ιστορία του ελληνικού Heavy Metal. Μπαίνεις και δεν πρέπει μόνο ν’ αντέξεις, πρέπει να μπορείς να συνεργαστείς, να παράγεις. Οι Spitfire δεν ψάχνουν κάποιον να μπορεί να πει δέκα νότες. Θέλουν προσωπικότητα. Ο Τάσος έχει ωριμάσει, έχει παραδεχτεί κάποια λάθη και είναι προς τιμήν του. Μπήκα μέσα στη πρόβα, τον άκουσα να τραγουδάει. Το επίπεδό του είναι πολύ υψηλό φωνητικά. Είναι θέμα χρόνου η ενσωμάτωση στην οικογένεια των Spitfire. Mου θυμίζει πολύ τον εαυτό μου στην ηλικία του.
Πιστεύεις ότι ο Τάσος θα αφήσει το στίγμα του στη μπάντα;
Είναι καθαρά στο χέρι του. Το πακέτο το έχει!
Και περνώ στους Hannibal. Κυκλοφορία του Cyberia επιτέλους, σε Ελλάδα και Κύπρο.
Είχε κυκλοφορήσει έξω από την Γερμανική Echozone. Είχε μια συνεργασία με τη Sound Forge που έκανε διανομή σε Ελλάδα και Κύπρο, η οποία φαλίρισε και το CD δεν έφτασε ποτέ στα δισκοπωλεία. Εμείς εδώ έχουμε κοινό, εδώ έχουμε το fan base, το Hannibal Nation fan club, εδώ θα γίνονταν όλα. Μετά από δύο χρόνια καταφέραμε να σπάσουμε το συμβόλαιο και να συνεργαστούμε με την XRC και την InsideOut. Είναι σημαντικό να ξέρεις ότι το CD σου πωλείται στη χώρα σου και σε όλο τον κόσμο και αν δημιουργηθεί ενδιαφέρον μπορεί κάποιος να το βρει παντού.
Οι εντυπώσεις από τις κριτικές;
Πήραμε από 3 μέχρι 10. Το άλμπουμ δίχασε τις απόψεις. Κάποιοι δεν κατάλαβαν τι άκουσαν, κάποιοι το κατάλαβαν και το εκτίμησαν παρά πολύ. Το θέμα της μουσικής είναι υποκειμενικό, δεν είναι αντικειμενικό. Αν σ’ αρέσει αυτό που ακούς ή όχι είναι υποκειμενικό.
Μου έδωσες πάσα να σου κάνω μια ερώτηση που θα ήθελα να κάνω σε όλες τις μπάντες. Με ποια αρμοδιότητα μπορεί ένας κριτικός να βαθμολογεί; Να ανεβάζει ή να κατεβάζει μια δουλειά και μια μπάντα; Και με ποιο κριτήριο ακριβώς γίνεται κανείς κριτικός; Ποιος ο ρόλος της βαθμολογίας, εφόσον η κριτική του είναι καθαρά υποκειμενική;
Το πιο τίμιο θα ήταν να πει την γενική του άποψη, χωρίς βαθμούς. Αλλιώς το μόνο δίκαιο θα ήταν αν μια ομάδα ατόμων από το περιοδικό, webzine κλπ, άκουγε το κάθε CD και έβγαινε ένας μέσος όρος. Το άκουσαν π.χ. δέκα άνθρωποι και ο μέσος όρος είναι τάδε. Την κριτική δεν μπορείς να την αποφύγεις. Τουλάχιστον ας γίνεται σωστά. Για αυτό λέμε ότι οι κριτικές είναι υποκειμενικές.
Το πιο τίμιο θα ήταν να πει την γενική του άποψη, χωρίς βαθμούς. Αλλιώς το μόνο δίκαιο θα ήταν αν μια ομάδα ατόμων από το περιοδικό, webzine κλπ, άκουγε το κάθε CD και έβγαινε ένας μέσος όρος. Το άκουσαν π.χ. δέκα άνθρωποι και ο μέσος όρος είναι τάδε. Την κριτική δεν μπορείς να την αποφύγεις. Τουλάχιστον ας γίνεται σωστά. Για αυτό λέμε ότι οι κριτικές είναι υποκειμενικές.
Τι έχεις να πεις για τη μουσική βιομηχανία (εταιρείες, περιοδικά, μάνατζερ κλπ);
Φταίνε όλοι για την κατάντια της μουσικής. Όλα είναι θέμα παιδείας. Οι περισσότερες μπάντες στο εξωτερικό κάνουν δικές τους παραγωγές γιατί ξέρουν καλά τις δισκογραφικές. Παράδειγμα οι Radiohead πριν τρία χρόνια, όταν έβγαλαν το CD τους το διέθεταν δωρεάν στη σελίδα τους και από κάτω έγραφαν "Αν σας αρέσει, παίρνοντας το CD δωρεάν, βάλτε στο καλάθι όσα χρήματα θέλετε". Περισσότερα από όσα θα έβγαζαν αν είχαν δισκογραφική έβγαλαν. Οι ζωντανές τους εμφανίσεις ήταν sold out. Είναι λοιπόν το πόσο σε σέβεται ο άλλος. Την δουλειά που έκανες. Πόσο μόχθησες. Πότε άκουσες μουσικό να λέει καλή κουβέντα για άλλη μπάντα; Παντού υπάρχει βέβαια αυτό αλλά όχι τόσο όσο στην Ελλάδα. Ως ηχολήπτης στο Λονδίνο δούλεψα σε πάρα πολλά φεστιβάλ και έχω κάνει ήχο και σε μεγάλα συγκροτήματα. Ένα θα σου πω, όσο μεγαλύτερη είναι η αξία μιας μπάντας, τόσο μεγαλύτερη η ταπεινότητά της. Έχω δει support bands να γίνονται η μια road crue της άλλης. Και ήταν και οι δύο support στους Paradise Lost. Η νοοτροπία δεν θα αλλάξει αν δεν ξεκινήσει από κάπου… Μάνατζερ; Πόσοι έχουν περάσει τόσα χρόνια και έχουν κάνει κακό; Ρώτα τους Spitfire. Το ξέρουν καλύτερα από όλους. Ευθύνη των περιοδικών; Τεράστια ευθύνη για την κατάντια της ελληνικής σκηνής. Πρέπει να ειπωθούν αυτά κάποια στιγμή. Εμένα μετά από χρόνια έγραψε καλή κριτική ο Χρονόπουλος από το Hammer, όταν παίζαμε support στους Saxon. Μια σειρά έγραψε για μένα και με γέμισε για δέκα χρόνια. Πόσα χρόνια είχα ν ακούσω μια καλή κουβέντα. Καταλαβαίνεις πόσο ψυχάκηδες είμαστε εμείς οι μουσικοί; Για μια καλή κουβέντα ζούμε. Αυτή είναι η ζωή μας, η μουσική.
Ετοιμάζεις κάτι μετά το "Cyberia";
Ετοιμάζεται νέο υλικό. Η μπάντα έχει αλλάξει όλα της σχεδόν τα μέλη, για αντικειμενικούς λογούς… Δεν είχαμε προβλήματα αλλά επειδή εγώ ζω Αγγλία, έπρεπε τα μέλη να έχουν μια άνεση να ταξιδεύουν. Από το line up του Euro Tour εγώ και ο HULK έχουμε μείνει. Δεν γινόταν αλλιώς. Το νέα μέλη των HANNIBAL είναι οι:
Κώστας ‘Hades’ Κουμπιάδης – Κιθάρα και φωνητικά
Αλέξανδρος ‘Hereticus’ Γελαστόπουλος –Τύμπανα
Λίλα ‘Hebe’ Μόκα –Πλήκτρα, φωνητικά
Τώρα κάνουμε πρόβες, ετοιμάζουμε το νέο υλικό μέσω της τεχνολογίας, αφού η μισή μπάντα είναι Ελλάδα και η άλλη μισή Αγγλία.
Θα σας δούμε σε συναυλίες;
Κυνηγώ κάποια πράγματα στο εξωτερικό. Όταν υλοποιηθούν, θα μπορέσω να τα ανακοινώσω.
Αλήθεια, πώς ήταν η περιοδεία σου με την Tarja;
Μια καθαρά επαγγελματική εμπειρία. Μεγάλη καλλιτέχνιδα, μεγάλη φωνή, πολύ καλοί μουσικοί, πολύ καλή οργάνωση. Το όνειρο κάθε μπάντας. Μεγάλη πίεση βέβαια παντού, να τρέχεις να κάνεις soundcheck και να μην ξέρεις αν τελικά θα παίξεις, γιατί ο χώρος που έχουν κλείσει είναι ακατάλληλος να χωρέσει παραπάνω από μια μπάντα. Φτάσαμε σε ένα σημείο, στη Μαδρίτη, που ευτυχώς και η άλλη μπάντα ήταν συνεργάσιμη… Βοήθησε η μια την άλλη ώστε να καταφέρουμε να κάνουμε όλοι soundcheck και όταν άνοιξαν οι πόρτες εμείς ήμασταν πάνω στη σκηνή και έμπαινε η εισαγωγή. Απίστευτη πίεση. Στην Ελβετία, είχε φύγει όλη η μπάντα από Αθήνα, εγώ όμως είχα κολλήσει στο Heathrow, λόγω ομίχλης. Δεν πετούσε αεροπλάνο. Έπρεπε να φτάσω στις τρεις το μεσημέρι, τελικά έφτασα στις 8.30 και ακριβώς εκείνη την ώρα εμείς έπρεπε να παίζουμε. Μετά από εμάς έβγαινε μια Ιταλική μπάντα, οι Hollow Haze… Μιλάνε τα παιδιά και εξηγούν στο κοινό ότι εγώ ακόμα είμαι στο δρόμο και θα χάναμε το live… Και λένε οι Ιταλοί «Θα βγούμε εμείς πρώτα», ώστε να προλάβω εγώ να φτάσω. Είχα πάρει ταξί από το αεροδρόμιο, άλλαζα ρούχα καθοδόν και φτάνοντας είχε μπει η εισαγωγή και ανέβηκα στη σκηνή τρέχοντας, χωρίς κιθάρα. Ήταν ωραίες εμπειρίες, μαθαίνεις πράγματα. Η πιο σημαντική στιγμή ήταν όταν έγινε το ντουέτο με την Tarja. Ο κόσμος βλέπει μόνο τη βιτρίνα. Πιο πολλές είναι οι δύσκολες στιγμές σε μια μπάντα από τις καλές. Αλλά αυτές οι καλές είναι που σε γεμίζουν, για αυτές ζεις.
Από το "Cyberia", το τραγούδι που μου αρέσει περισσότερο είναι το “My God”. Μίλησέ μου γι αυτό. Ποια η έμπνευση; Βιωματικό;
Ξεκινώ πάντα με την μουσική. Η μελώδια σε σπρώχνει να βάλεις μια λέξη. To “My God, tell me, are you really My God”… Εκείνη την περίοδο ήμουν αγανακτισμένος. Μου πήγαιναν όλα στραβά και με ποιον τα βάζεις; Δεν υπάρχουν κανόνες για το πως φτιάχνεις ένα κομμάτι. Να σου δώσω να καταλάβεις, το “Macedonia” το φτιάξαμε με τον Ηλία σε δυο απογεύματα. Είχε φτιάξει ο Ηλίας το βασικό θέμα και είχα πάει και εγώ με πλήκτρα και τα θέματα μας έβγαιναν νερό.
Αλέξανδρος ‘Hereticus’ Γελαστόπουλος –Τύμπανα
Λίλα ‘Hebe’ Μόκα –Πλήκτρα, φωνητικά
Τώρα κάνουμε πρόβες, ετοιμάζουμε το νέο υλικό μέσω της τεχνολογίας, αφού η μισή μπάντα είναι Ελλάδα και η άλλη μισή Αγγλία.
Θα σας δούμε σε συναυλίες;
Κυνηγώ κάποια πράγματα στο εξωτερικό. Όταν υλοποιηθούν, θα μπορέσω να τα ανακοινώσω.
Αλήθεια, πώς ήταν η περιοδεία σου με την Tarja;
Μια καθαρά επαγγελματική εμπειρία. Μεγάλη καλλιτέχνιδα, μεγάλη φωνή, πολύ καλοί μουσικοί, πολύ καλή οργάνωση. Το όνειρο κάθε μπάντας. Μεγάλη πίεση βέβαια παντού, να τρέχεις να κάνεις soundcheck και να μην ξέρεις αν τελικά θα παίξεις, γιατί ο χώρος που έχουν κλείσει είναι ακατάλληλος να χωρέσει παραπάνω από μια μπάντα. Φτάσαμε σε ένα σημείο, στη Μαδρίτη, που ευτυχώς και η άλλη μπάντα ήταν συνεργάσιμη… Βοήθησε η μια την άλλη ώστε να καταφέρουμε να κάνουμε όλοι soundcheck και όταν άνοιξαν οι πόρτες εμείς ήμασταν πάνω στη σκηνή και έμπαινε η εισαγωγή. Απίστευτη πίεση. Στην Ελβετία, είχε φύγει όλη η μπάντα από Αθήνα, εγώ όμως είχα κολλήσει στο Heathrow, λόγω ομίχλης. Δεν πετούσε αεροπλάνο. Έπρεπε να φτάσω στις τρεις το μεσημέρι, τελικά έφτασα στις 8.30 και ακριβώς εκείνη την ώρα εμείς έπρεπε να παίζουμε. Μετά από εμάς έβγαινε μια Ιταλική μπάντα, οι Hollow Haze… Μιλάνε τα παιδιά και εξηγούν στο κοινό ότι εγώ ακόμα είμαι στο δρόμο και θα χάναμε το live… Και λένε οι Ιταλοί «Θα βγούμε εμείς πρώτα», ώστε να προλάβω εγώ να φτάσω. Είχα πάρει ταξί από το αεροδρόμιο, άλλαζα ρούχα καθοδόν και φτάνοντας είχε μπει η εισαγωγή και ανέβηκα στη σκηνή τρέχοντας, χωρίς κιθάρα. Ήταν ωραίες εμπειρίες, μαθαίνεις πράγματα. Η πιο σημαντική στιγμή ήταν όταν έγινε το ντουέτο με την Tarja. Ο κόσμος βλέπει μόνο τη βιτρίνα. Πιο πολλές είναι οι δύσκολες στιγμές σε μια μπάντα από τις καλές. Αλλά αυτές οι καλές είναι που σε γεμίζουν, για αυτές ζεις.
Από το "Cyberia", το τραγούδι που μου αρέσει περισσότερο είναι το “My God”. Μίλησέ μου γι αυτό. Ποια η έμπνευση; Βιωματικό;
Ξεκινώ πάντα με την μουσική. Η μελώδια σε σπρώχνει να βάλεις μια λέξη. To “My God, tell me, are you really My God”… Εκείνη την περίοδο ήμουν αγανακτισμένος. Μου πήγαιναν όλα στραβά και με ποιον τα βάζεις; Δεν υπάρχουν κανόνες για το πως φτιάχνεις ένα κομμάτι. Να σου δώσω να καταλάβεις, το “Macedonia” το φτιάξαμε με τον Ηλία σε δυο απογεύματα. Είχε φτιάξει ο Ηλίας το βασικό θέμα και είχα πάει και εγώ με πλήκτρα και τα θέματα μας έβγαιναν νερό.
Πάλι βρίσκεσαι σε δυο μπάντες. Πώς έγινε αυτή η συνεργασία;
Ναι, είμαι πλέον και στους Fortress Under Siege. Είχα μιλήσει με το Φώτη Σωτηρόπουλο, είχε έξι τραγούδια, του έστειλα ν’ ακούσει και κάποια δικά μου και τελικά αποφασίσαμε να βγει ένα CD με έξι δικά του και τέσσερα δικά μου. Παίζουν progressive metal, έχουν δύο δίσκους στο ενεργητικό τους και είναι πολύ καλοί μουσικοί. Γι αυτό ήρθα Ελλάδα, κάναμε τις ηχογραφήσεις, είχαμε και ένα live στο Κύτταρο. Οι ευκαιρίες πια για μια μπάντα να δείξει την δουλειά της είναι πολύ λίγες. Όταν χρειαστεί για κάποιο live, θα βρεθούμε. Οι απαιτήσεις δεν είναι τεράστιες και μπορώ ν ανταπεξέλθω.
Μαίρη Ζαρακοβίτη
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου