Το βιβλίο του Henry James παίρνει σάρκα και οστά με τη
βοήθεια του σκηνοθέτη Δημοσθένη Παπαδόπουλου.
Η Θάλεια Ματίκα μέσα από τον ρόλο της γκουβερνάντας και ο Ιάσων Παπαματθαίου σε
κόντρα ρόλους, αυτόν της υπηρέτριας και του μικρού Πάρη μας έδωσαν έντονες
συγκινήσεις χθες στο θέατρο Άνεσις.
Μεταξύ σκότους και φωτός, μέσα από κλειστές και ανοικτές
κουρτίνες, το δράμα, το μυστήριο, ο τρόμος έκανε την εμφάνισή του και παρέλυσε
το κοινό.
Βρισκόμαστε στη βικτωριανή εποχή. Η Εύα και ο Πάρης είναι
δύο παιδιά που έχασαν πρόσφατα τους γονείς τους. Ο θείος τους, προσλαμβάνει μια
γκουβερνάντα για αυτά και τις δίνει εντολή να κάνει όλες τις ενέργειες εκείνη
όσο αναφορά την διαπαιδαγώγηση και την ανατροφή των παιδιών. Της επισημαίνει δε
ότι εκείνος θέλει να παραμείνει ανενόχλητος και να μην ασχοληθεί ξανά με το
θέμα των παιδιών. Η γκουβερνάντα φτάνεις στο πύργο της οικογένειας και συναντά
την υπηρέτρια και τη μικρή Εύα. Αρχίζει μεταξύ τους ένα υπέροχο δέσιμο μέχρι τη
στιγμή που γυρνάει με αποβολή ο αδερφός της Πάρης.
Παιδί αλλόκοτο, αινιγματικό γίνεται το επίκεντρο της
γκουβερνάντας που έχει βαλθεί να λύσει το μυστήριο.
Όμως στον πύργο δεν είναι μόνο οι τέσσερις τους… τα
φαντάσματα του Πέτρου και της Έλενας στοιχειώνουν τις ψυχές των παιδιών και της
γκουβερνάντας. Μαθαίνοντας όλη την ιστορία από την υπηρέτρια και τις
ανατριχιαστικές λεπτομέρειες των θανάτων τους όπως και τη επιρροή που ασκούσαν
στα παιδιά, η γκουβερνάντα αρχίζει να συναρμολογεί το παζλ και να κατανοεί τις
αινιγματικές κουβέντες του αφεντικού και τον χαρακτήρα των παιδιών.
Θα προσπαθήσει να νικήσει τα φαντάσματα, θα προσπαθήσει να
κρατήσει τα παιδιά μακριά τους, θα τα καταφέρει; Θα μπορέσει να κρατήσει τα
λογικά της μέσα σε όλα αυτά τα παράλογα;
Το στρίψιμο της βίδας ακροβατεί ανάμεσα στη πραγματικότητα
και στη ψευδαίσθηση. Ακροβατεί ανάμεσα στην αλήθεια και στη παράνοια.
Δεν είναι τίποτε άλλο από μια ιστορία που μιλά για την
εξαθλίωση του νου, για την ανάγκη να αναλύουμε τόσο την πραγματικότητα, την
ανάγκη να απαντήσουμε σε ερωτήματα και την ανάγκη να «καλύψουμε» μεγάλες
αλήθειες.
Πυροδοτούμε το
φανταστικό για να δικαιολογήσουμε, να «αποδείξουμε» και να μην αποδεχθούμε την
αλήθεια. Πλάθουμε μυθεύματα και τους προσδίδουμε όλα αυτά που δυσκολευόμαστε να
κατανοήσουμε.
Ένα βιβλίο που με
είχε συνεπάρει την πρώτη φορά που το διάβασα και μια παράσταση που πραγματικά
είναι εκπληκτική.
Ανατριχιαστικοί διάλογοι, η αίσθηση τρόμου στο χώρο μέσα από
τη μουσική, τα φώτα, τις φωνές, η αίσθηση της τρέλας, η παιδική αθωότητα, οι
εντάσεις και το σθένος των δύο αυτών ταλαντούχων ηθοποιών έκαναν τη παράσταση
«φωτεινή» παρόλο το σκοτεινό ύφος της νουβέλας.
Μαίρη Ζαρακοβίτη
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου